ΑΝΤΙΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ
Αίθουσα μουσικής
Αίθουσα ζωγραφικής και λογοτεχνίας
Αίθουσα μαθητικών δημιουργιών
Περιηγηθείτε στο μουσείο ακολουθώντας τα βελάκια.
Οι μουσειολόγοι
Το μουσείο αυτό δημιουργήθηκε στις 11/4/2021 με εκθέματα των μαθητών των τμημάτων Β3 και Β4. Εμπνευσμένοι από το διήγημα “Γιατί” του Γιάννη Μαγκλή αλλά και από και άλλα λογοτεχνικά κείμενα, αποφασίσαμε να δημιουργήσουμε αυτό το μουσείο, για να περάσουμε ένα μήνυμα ειρήνης. Μετά από έρευνα των μαθητών, επιλέχθηκαν αντιπολεμικά λογοτεχνικά πεζά κείμενα, ποιήματα, έργα τέχνης και τραγούδια.
Οι ιστορικοί τέχνης
Οι συγκεκριμένοι πίνακες επιλέχθηκαν γιατί περνάνε ένα αντιπολεμικό μήνυμα που ταιριάζει στη θεματολογία του μουσείου. Απεικονίζουν τη δυστυχία, την αγριότητα και την ασχήμια που βιώνουν οι άνθρωποι εξαιτίας του πολέμου. Θέλουν να μας διδάξουν πόσο κακός είναι ο πόλεμος για τον άνθρωπο και πως κανείς δεν πρέπει δεν πρέπει να γνωρίσει τις συνέπειες του.
Οι μουσειοπαιδαγωγοί
Ως μουσειοπαιδαγωγοί σχεδιάσαμε τις εξής δραστηριότητες για τα παιδιά που θα επισκεφτούν το αντιπολεμικό μουσείο:
Οι σχεδιαστές ψηφιακών πολιτιστικών προϊόντων
Ως σχεδιαστές ψηφιακών πολιτιστικών προϊόντων, επιλέξαμε να παρουσιάσουμε το αντιπολεμικό μας μουσείο μέσα από ένα διαδραστικό πρόγραμμα για να μπορούν με αυτόν τον τρόπο όλοι οι άνθρωποι να βλέπουν τα εκθέματα που υπάρχουν στο μουσείο μας. Σχεδιάσαμε μια ενδιαφέρουσα παρουσίαση στο powerpoint που περιλαμβάνει έργα ζωγραφικής, ποιήματα καθώς και τραγούδια γνωστών λογοτεχνών και καλλιτεχνών.
Αυτό που ενώνει τους περισσότερους στρατιώτες που πολεμάνε μεταξύ τους, είναι πως είναι άνθρωποι που αγαπάνε την ειρήνη και δεν θέλουν να πολεμήσουν. Ξαποσταίνουν για να πιούν νερό, σκεπτόμενοι τις οικογένειές τους και τις μητέρες τους που τους περιμένουν στο σπίτι με αγωνία. Παρουσιάζονται καλοί, αγαθοί άνθρωποι, οι οποίοι το μόνο που θέλουν είναι να τελειώσει ο πόλεμος και να μπορέσουν να γυρίσουν στα σπίτια τους. Προσεύχονται στον Θεό και τον παρακαλούν να τους έχει καλά. Τον ευχαριστούν που τους προστατεύει και είναι αισιόδοξοι και ευγνώμονες για αυτά που έχουν. Συχνά αποκαλούν ο ένας τον άλλον αδερφό, γιατί έχουν καταλάβει και οι ίδιοι πως δεν πρέπει να τρέφουν μίσος ο ένας για τον άλλον καθώς δεν υπάρχει κάτι που να τους χωρίζει. Ο μόνος λόγος που πολεμάνε είναι γιατί οι ανώτεροι τους προσπαθούν να τους κάνουν να ξεχάσουν πως και οι αντίπαλοι είναι άνθρωποι που νιώθουν τα ίδια συναισθήματα με αυτούς, φόβο, αγάπη, στεναχώρια, χαρά, πόνο και πως έχουν οικογένειες και ανθρώπους που τους αγαπούν, οι οποίοι θα στεναχωρηθούν πολύ αν πεθάνουν.
Πρόσφυγες(Η φρίκη του πολέμου), David Burliuk
Τα νέα του πολέμου, Louisa Starr Canziani
Επιστροφή στην είσοδο του μουσείου
Η αποθέωση του πολέμου,
Vasily Vereshchagin
Σκηνή Πολέμου, Maximilien Luce
Το πρόσωπο του πολέμου, Salvador Dali
Γκερνίκα,
Pablo Picasso
Πόλεμος,Edvard Munch
Πόλεμος,Marc Chagall
Γράμματα από το μέτωπο, Γ.Ρίτσος
Μάνα, τον ήλιο εδώ σκεπάζουν ίσκιοι�κι αναπαμό ποτέ η καρδιά δε βρίσκει·�ένα: οι αυγές κ' οι νύχτες μας γυρνούν·�φριχτές πεντάλφες γράφουν στο σκοτάδι�σήματα, που τον κίνδυνο μηνούν,�πύρινα φίδια από τα βάθη του Άδη.
Ζούμε στ' αμπριά θαμμένοι, διπλωμένοι�κ' έξω απ' την τρύπα ο θάνατος περμένει.�Μας έπνιξαν το φως και τη χαρά,�στεγνώσαν την ψυχή μας και το σώμα,�μα κάτι μέσα μας κυλά βουερά�και ξέσπασμα δε βρήκε κάπου ακόμα.
Φουσκώνουν της ζωής μας τα πελάη·�σ' όλες τις φλέβες μου, αίμα μου, κυλάει�της Μαριγώς το φλογερό φιλί…�(θέλω να πω, μητέρα μου, για κείνο�το φιλί της που μου 'δωσε δειλή�προτού από την πατρίδα μας μακρύνω).
Η κάθε μου ίνα τη χαρά φωνάζει,�μα ο πόλεμος τη νιότη μου σκεπάζει�και με ατσάλι αναμμένο με κεντά·�όμως μέσα η καρδιά μου δε λυγίζει.�Μητέρα, εδώ, στο θάνατο κοντά,�πρωτόμαθα το πόσο η ζωή αξίζει.
Τέσσερις στρατηγοί, M.Μπρεχτ
Τέσσερις στρατηγοί κινάν και παν�για πόλεμο στο μακρινό Ιράν.�Μα ο πρώτος πόλεμο δεν κάτεχε�ο δεύτερος στις κακουχίες δεν άντεχε�ο τρίτος ήταν υποκείμενο γελοίο�κι ο τέταρτος φοβότανε το κρύο.�Τέσσερις στρατηγοί κινάν και παν�αλλά δεν φτάνουνε ποτέ στο Ιράν.�(σε απόδοση Οδυσσέα Ελύτη)
Ο αδελφός μου ο αεροπόρος, Μ.Μπρεχτ�Ήταν αεροπόρος ο αδελφός μου.�Του δώσανε ένα χάρτη κάποια μέρα.�Έκανε τα μπαγκάζια του. Η πορεία�Ήταν σημειωμένη: προς το Νότο.��Ένας κατακτητής ο αδελφός μου.�Ανάγκη έχει ο λαός μας από χώρο�Να κάνουμε δικά μας ξένα εδάφη�Τ' όνειρο το παλιό το χρυσοφόρο.��Κατέκτησε το χώρο ο αδελφός μου�Σ' ορεινούς όγκους της Γκουανταράμα.�Μάκρος έχει ένα μέτρο και ογδόντα�Και βάθος ένα μέτρο και πενήντα.�(σε απόδοση Νίκου Παπά)
�
Γερμανικό τραγούδι(Άννα μην κλαις), Μ.Μπρεχτ
Μιλάνε για καιρούς δοξασμένους, και πάλι�(Άννα μην κλαις)�Θα γυρέψουμε βερεσέ από τον μπακάλη.��Μιλάνε για του έθνους, ξανά, την τιμή�(Άννα μην κλαις)�Στο ντουλάπι δεν έχει ψίχα ψωμί.��Μιλάνε για νίκες που το μέλλον θα φέρει�(Άννα, μην κλαις)�Εμένα όμως δε με βάζουν στο χέρι.��Ο στρατός ξεκινά�(Άννα, μην κλαις)�Σαν γυρίσω ξανά�θ' ακολουθώ άλλες σημαίες.�(σε απόδοση Μάριου Πλωρίτη)
��
Στρατηγέ, το τάνκ σου είναι δυνατό μηχάνημα, Μ.Μπρεχτ
Στρατηγέ, το τάνκ σου είναι δυνατό μηχάνημα
Θερίζει δάση ολόκληρα, κι εκατοντάδες άντρες αφανίζει�Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:�χρειάζεται οδηγό.��Στρατηγέ, το βομβαρδιστικό σου είναι πολυδύναμο.�Πετάει πιο γρήγορα απ' τον άνεμο, κι απ' τον ελέφαντα σηκώνει�βάρος πιο πολύ�Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:�Χρειάζεται πιλότο.��Στρατηγέ, ο άνθρωπος είναι χρήσιμος πολύ.�Ξέρει να πετάει, ξέρει να σκοτώνει.�Μόνο που έχει ένα ελάττωμα:�Ξέρει να σκέφτεται.�(σε απόδοση Μάριου Πλωρίτη)
Η τύχη του βετεράνου…, A.P.Tkachov, S.P.Tkachov
��
Ο μεγάλος πόλεμος,
Rene Magritte
Ναζίμ Χικμέτ, Το μικρό κορίτσι ��ΕΙΣΑΓΩΓΗ: Ήταν το πρωί της 6ης Αυγούστου 1945, όταν ένα αμερικανικό βομβαρδιστικό αεροπλάνο με το όνομα «Enola Gay» έριχνε στη Χιροσίμα της Ιαπωνίας, για πρώτη φορά στην ιστορία, ατομική βόμβα ουρανίου. �Το ποίημα του Ναζίμ Χικμέτ, Kız Çocuğu (Το μικρό κορίτσι) είναι μια έκκληση για την ειρήνη από ένα επτάχρονο κοριτσάκι, δέκα χρόνια μετά το θάνατό του στη Χιροσίμα. Το ποίημα δεν έχει τυχαία τον τίτλο «Το μικρό κορίτσι». Η κωδική ονομασία της ατομικής βόμβας που έριξαν οι ΗΠΑ εκείνο το πρωί ήταν «Μικρό Αγόρι» («little boy»).�
Το μικρό κορίτσι (Kız Çocuğu)��«Εγώ είμαι, εγώ είμαι που χτυπάω την πόρτα σας�Εδώ ή αλλού, χτυπάω όλες τις πόρτες�Ω, μην τρομάζετε καθόλου που είμαι αθώρητη�Κανένας μια μικρή νεκρή δεν μπορεί να δει.��Εδώ και δέκα χρόνια εδώ καθόμουνα�Στη Χιροσίμα ο θάνατος με βρήκε�Κι είμαι παιδί, τα εφτά δεν τα καλόκλεισα,�Μα τα νεκρά παιδιά δε μεγαλώνουν.��Πήραν πρώτα φωτιά οι μακριές πλεξούδες μου�Μου καήκανε τα χέρια και τα μάτια�Όλη - όλη μια φουχτίτσα στάχτη απόμεινα�Την πήρε ο άνεμος κι αυτή σ’ ένα ουρανό συννεφιασμένο.
Ω, μη θαρρείτε πως ζητάω για μένα τίποτα,�Κανείς εμένα δε μπορεί να με γλυκάνει�Τι το παιδί που σαν κομμάτι εφημερίδα κάηκε�Δε μπορεί πια τις καραμέλες σας να φάει.��Εγώ είμαι που χτυπάω την πόρτα σας, ακούστε με,�Φιλέψτε με μονάχα την υπογραφή σας�Έτσι που τα παιδάκια πια να μη σκοτώνονται�Και να μπορούν να τρώνε καραμέλες.»��(απόδοση ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ)
Γιάννη Ρίτσου, Ειρήνη
Τ' όνειρο του παιδιού είναι η ειρήνη.�Τ' όνειρο της μάνας είναι η ειρήνη.�Τα λόγια της αγάπης κάτω απ' τα δέντρα,�είναι η ειρήνη.��Ο πατέρας που γυρνάει τ' απόβραδο μ' ένα φαρδύ χαμόγελο στα μάτια�μ' ένα ζεμπίλι στα χέρια του γεμάτο φρούτα�κ' οι σταγόνες του ιδρώτα στο μέτωπό του�είναι όπως οι σταγόνες του σταμνιού που παγώνει το νερό στο παράθυρο,�είναι η ειρήνη.��Όταν οι ουλές απ' τις λαβωματιές κλείνουν στο πρόσωπο του κόσμου�και μες στους λάκκους που 'σκαψαν οι οβίδες φυτεύουμε δέντρα�και στις καρδιές που 'καψε η πυρκαϊά δένει τα πρώτα της μπουμπούκια η ελπίδα�κ' οι νεκροί μπορούν να γείρουν στο πλευρό τους και να κοιμηθούν δίχως παράπονο�ξέροντας πως δεν πήγε το αίμα τους του κάκου,�είναι η ειρήνη.���
Επιστροφή στην είσοδο του μουσείου
Η ιστορία ενός αιχμαλώτου, Σ. Δούκας
Η υπόθεση του έργου αναφέρεται στην αιχμαλωσία, τις περιπέτειες και την τελική διάσωση ενός Έλληνα στρατιώτη, ο οποίος κατά την καταστροφή της Σμύρνης (1922) συνελήφθη και οδηγήθηκε στο εσωτερικό της Τουρκίας. Με τρόπο παραστατικό και ύφος γλαφυρό εξιστορούνται οι κακουχίες, τα δεινά, η φυσική και ηθική ταλαιπωρία του βασικού προσώπου, και αναδεικνύεται το ψυχικό του σθένος, καθώς, στην προσπάθεια για επιβίωση, αναγκάζεται να υποδυθεί τον Τούρκο και, εργαζόμενος για μεγάλο διάστημα σε κάποιο υποστατικό της Μ. Ασίας, καταφέρνει τελικά να δραπετεύσει και να σωθεί. Έργο φιλειρηνικό και βαθιά αντιπολεμικό, η Ιστορία ενός αιχμαλώτου αντιμετωπίζει —σχεδόν ταυτόχρονα με τη Ζωή εν τάφω του Στρατή Μυριβήλη και Το νούμερο 31328 του Ηλία Βενέζη— τον πόλεμο όχι στην επική, ηρωική του διάσταση, αλλά ως βασικό υπεύθυνο της απώλειας χιλιάδων ατόμων και του εξευτελισμού της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Παράλληλα, αναδεικνύει κάτι βαθύτερο και πιο ουσιαστικό, την παγκόσμια συναδέλφωση, πρόθεση την οποία άλλωστε ο συγγραφέας δηλώνει στην προμετωπίδα: «Αφιερώνεται στα κοινά μαρτύρια των λαών».
Το ποτάμι, Α.Σαμαράκης
Είναι το τρίτο από τα δώδεκα διηγήματα της συλλογής "Ζητείται ελπίς" που πρωτοεκδόθηκε το 1954. Το διήγημα αναπτύσσει το θέμα της συναδέλφωσης-της ανάγκης για ανθρώπινη αλληλεγγύη. Το τέλος είναι δραματικό: το τεχνητό μίσος που χωρίζει τα έθνη δεν αφήνει τους ανθρώπους να ενωθούν και να συναδελφωθούν. (Α. Σαχίνης)
Πατήστε τις εικόνες και ακούστε τα τραγούδια.
Επιστροφή στην είσοδο του μουσείου
Πατήστε τις εικόνες και ακούστε τα τραγούδια.
Πατήστε τις εικόνες και ακούστε τα τραγούδια.
Πατήστε τις εικόνες και ακούστε τα τραγούδια.
Ο νέος στρατιώτης
πήγε στην πηγή,
να ξεδιψάσει ήθελε.
Ξαφνικά ήρθε
στρατιώτης άοπλος
και διψασμένος.
Ένας στρατιώτης
Από το ποταμάκι
Έπινε νερό.
Μια μαύρη μέρα
Σε μια χώρα μακρινή
Πόλεμος έγινε.
Σφαίρα εχθρική
Κατάστηθα τον χτύπησε
Κι έπεσε νεκρός.
Χαϊκού των μαθητών
Γιατί να συμβεί
αυτό το κακό σε εμάς
δυστυχία φέρνει.
Δυο στρατιώτες
από πολιτισμούς άλλους
δεν τους χωρίζουν πολλά.
Πήγα να σβήσω
την δίψα σε μια πηγή.
Άοπλος ήμουν.
Στου ποταμού τα
καταγάλανα νερά
δίπλα πέθανε.
Γύρω μας καπνός
από φωτιά μεγάλη
πόλεις κάηκαν πολλές.
Χαϊκού των μαθητών
Βγήκες για να πιείς
Νερό σε μια πηγή
Ήρεμος ήσουν.
Βρήκες στην πηγή
Τον εχθρό σου άοπλο
Όπλο τράβηξες.
Γαλήνη ήταν
να ξεδιψάσει πήγε
τον πυροβόλησε.
Σε μία στιγμή
Μία σφαίρα του εχθρού
Σβήνει την ζωή.
Πήγες για νερό
Την μάνα σου σκεφτόσουν
Μα δεν πρόλαβες.
Χαϊκού των μαθητών
Στο στήθος σφαίρα
Και μετά το αίμα να
Κυλά στο χώμα.
Στην πηγή εκεί
Εχθρός με το ντουφέκι
Αυτόν σκότωσε.
Πάνω στο χώμα
Κείτεται ματωμένος
Δεν ένιωθε πια.
Αχ, τι συμφορά
Βρήκε τον ξαρμάτωτο
Τον στρατιώτη.
Άοπλος ήταν
Αντίπαλος τον είδε
Και τον σκότωσε.
Χαϊκού των μαθητών
Χωρίς να ζήσει
Αυτά τα όνειρα που
Επιθυμούσε.
Νεκρός στην μάχη
Βρέθηκε ο άτυχος
Ο στρατιώτης.
Να ξεδιψάσει
πήγε και όπλο έβγαλες
τη σκανδάλη τράβηξες.
Ένας άοπλος
ο άλλος οπλισμένος
πιστόλι έβγαλε.
Κάτω στην πηγή
βρέθηκαν δύο εχθροί
να ξεκουραστούν..
Χαϊκού των μαθητών
Επιστροφή στην είσοδο του μουσείου
Σφαίρα έφυγε
απ’του όπλου την κάνη
νεκρός έπεσε.
Για να πιει νερό
πήγαινε αλλά ξάφνου
βρέθηκε νεκρός.
Όπλο φονικό
μάτια απελπισμένα
παρακαλητό.
Η σφαίρα γλιστρά
κόκκινο πια το νερό
η ζωή πετά.
Σωθικά ζεστά
ποτάμι κελαριστό
χορτάρι ψηλό.
Χαϊκού των μαθητών
Κάποια άνοιξη
μέσα στον πόλεμο κει
σφαίρες φεύγουνε.
Νεκρός στρατιώτης
Κάτω από το χώμα
Χωρίς ελπίδα.
Φωνάζει η ψυχή
Το νήμα της ζωής έχει κοπεί.
Πέθανε ενώ
στη ρεματιά καθόταν
Άοπλος ήταν.
Δυο στρατιώτες
Σύνορα τους χωρίζουν
Θέλουν να ζήσουν.
Χαϊκού των μαθητών
Ένας άνθρωπος
Μικρός σε ηλικία
Άφησε το σπίτι.
Όμως στο μαύρο
Στενάχωρο τοπίο
Άφησε την ψυχή του.
Στη μάνα ο νους
Την ώρα του πολέμου
Ώσπου πέθανε.
Το απόγευμα
δίπλα σε μια πηγή
Έπεσες νεκρός.
Μέσα στον καπνό
Τράβηξε στον πόλεμο
Σ’ αυτή την μάχη.
Χαϊκού των μαθητών
Στην πηγή πήγε
την κάψα του πολέμου
να σβήσει.
Άοπλος δίπλα στην πηγή
μετά από μπουμ
βρέθηκε καταγής.
Μια σφαίρα στο στήθος
Βουίζει το κεφάλι
Μάτια που κλαίνε.
Ένας στρατιώτης
πήγε να ξεδιψάσει
μετά πέθανε.
Φεύγει η ψυχή το αίμα ενός αθώου
μανούλα σε φιλώ.
Χαϊκού των μαθητών
Κάτω στην όχθη
έπινες το γάργαρο
νερό στρατιώτη.
Έφυγες νωρίς
χωρίς τη μάνα να δεις
καλό ταξίδι.
Αχ αγόρι μου,
η μάνα σου ακόμα,
σε καρτεράει.
Αχ παιδάκι μου,
το αίμα σου χύθηκε
πότισε τη γη.
Μεγάλη θλίψη
Σαν ο άνθρωπος σκοτώνει
Και η γη ματώνει.
Χαϊκού των μαθητών
Στρατιώτης: ( Να που ήρθε η στιγμή να αντιμετωπίσω έναν από τους μεγαλύτερους φόβους μου! Να συναντήσω την μητέρα του στρατιώτη που σκότωσα. Μου ανοίγει μια νεαρή κοπέλα αμίλητη και με κατευθύνει σε έναν χώρο όπου διακρίνω μια μαυροφορεμένη φιγούρα αδύνατη με μαύρους κύκλους στα μάτια από το κλάμα και την αϋπνία. Είναι εκείνη!!Στέκομαι μαρμαρωμένος ενώ εκείνη με κλείνει ζεστά στην αγκαλιά της...)
Μητέρα : - Αγόρι μου!!( λέει και ξεσπά σε κλάματα)
Στρατιώτης : ( Την αγκαλιάζω και εγώ σφιχτά και ξεσπώ σε αναφιλητά)
- Εγώ, εγώ δεν ήθελα, εγώ πώς τόλμησα να το κάνω αυτό, πώς μετατράπηκα σε τέρας;
Μητέρα : Το ξέρω παιδί μου, το ξέρω πως όπως ο γιος μου έτσι και εσύ μπλέχτηκες σε έναν πόλεμο που ποτέ δεν ήθελες... Άλλοι σου όπλισαν το χέρι και σε διέταξαν να γίνεις φονιάς...
Στρατιώτης : Μα δεν ήταν την ώρα της μάχης. Το παλικάρι είχε πάει στο ρυάκι για να σβήσει την δίψα από την κάψα της ημέρας. Εκεί βρέθηκα και εγώ ανάθεμα την ώρα!
Μητέρα : Ήταν να συμβεί παιδάκι μου. Τι τα σκαλίζεις τώρα; Εγώ έμαθα ότι μετάνιωσες, ότι προσπάθησες να τον βοηθήσεις αλλά τελικά δεν τα κατάφερες. Τώρα πια που σε συνάντησα βλέπω την μετάνοια στα μάτια σου και είμαι ήσυχη. Δεν είσαι κακός άνθρωπος. Ο πόλεμος σου θόλωσε το μυαλό.
Στρατιώτης : Θα με συγχωρέσεις ποτέ για το κακό που έκανα στην οικογένειά σου;
Μητέρα : Σε έχω ήδη συγχωρέσει. Δεν ήταν το δικό σου χέρι που σήκωσε το όπλο και σημάδεψε. Ήταν ο διάβολος που τρέφεται από τον πόλεμο και το μίσος. Να έχεις την ευχή μου!
Επιστροφή στην είσοδο του μουσείου
-Εγώ φταίω για όλα! Εγώ είμαι η αιτία που ο μοναχογιός σας δεν έχει επιστρέψει! Τον συνάντησα σε μία πλαγιά, άοπλο και αδύναμο! Ο καημένος ήθελε μόνο να πιεί λίγο νεράκι από την ρεματιά! Και εγώ ο ανόητος τι έκανα; Τον πυροβόλησα με το τουφέκι μου και του στέρησα το πιο σημαντικό πράγμα που είχε, την ζωή του! Ήμουν τυφλωμένος από την ιδέα του πολέμου. Ξέχασα πως ήμασταν άνθρωποι. Γι’ αυτό μου το αμάρτημα δεν θα ησυχάσω ποτέ στην ζωή μου! Θα ζήσω για πάντα με τύψεις! Είμαι απαίσιος άνθρωπος! Δεν μου αξίζει τίποτα σε τούτη την ζωή μου. Ότι και να κάνω είναι λίγο για να σας το ξεπληρώσω αυτό. Πραγματικά λυπάμαι! Αλλά σας ικετεύω. Συγχωρέστε με! Σας το υπόσχομαι δεν είμαι φονιάς! Ξέσπασε ο στρατιώτης και τα δάκρυα του τρέχαν καυτά.
Η γυναίκα τον κοίταξε κατάματα. Εκείνος δεν μπορούσε να την αντικρίσει. Και οι δύο πια έκλαιγαν μπροστά από την πόρτα του μικτού σπιτιού. Εκείνη όμως δεν ήταν θυμωμένη μαζί του. Τον λυπόταν. Έβλεπε πως όντως δεν ήταν φονιάς. Αγκαλιάστηκαν και τότε του ψιθύρισε:
-Μην στεναχωριέσαι νεαρέ μου. Είτε ζωντανός είτε όχι, θα βρίσκεται πάντα μέσα στις καρδιές μας…
- Ο γιος μου είναι στον πόλεμο. Μου στέλνει συνέχεια γράμματα. Όμως τις τελευταίες δύο εβδομάδες δεν έχω λάβει γράμμα του. Εσύ ποιος είσαι;
- Μητέρα είμαι στρατιώτης και εγώ. Ήθελα να σε συναντήσω διότι τυχαία γνώρισα τον γιο σας. Είχα σκύψει με ξεδιψάσω σε μία πηγή όταν άκουσα βήματα, τα βήματα του πίσω από κάτι θάμνους, ερχόταν και αυτός να ξεδιψάσει. Όταν είδε ο ένας τον άλλον σηκώσαμε τα όπλα μας και λυπάμαι μητέρα. Θέλαμε και οι δύο να ζήσουμε για να γυρίσουμε στις μάνες μας, που μας λαχταρούσαν. Ζητώ συγχώρεση, αλλά πρόλαβα και πυροβόλησα πρώτος.
- Δηλαδή ο γιος μου είναι ήρωας;
- Φυσικά. Προλάβαμε να γνωριστούμε. Τον κράτησα αγκαλιά, του ζήτησα συγνώμη και του έδωσα να πιει νερό. Μετά σκέφτηκα τη μάνα του, εσάς, που η καρδούλα σας θα φτερούγιζε σαν αντικρίζετε και αγκαλιάζονται τον γιο σας.
- Να τον αντίκριζα; Πάντα έχω την εικόνα του στα μάτια μου. Από τότε που έχασα την όρασή μου τον βλέπω συνέχεια μπροστά μου και τον σκέφτομαι για να μην σβήσει η εικόνα του. Οπότε, αφού έτυχε να είστε εχθροί, κάποια μάνα πρέπει να πονέσει. Αρκεί να σε αγκαλιάσω, να σε συγχωρήσω, και να νιώσω ότι αγκαλιάζω το παιδί μου.
ΕΞΟΔΟΣ
Γράψτε τις εντυπώσεις σας
Σας ευχαριστούμε που επισκεφθήκατε το μουσείο μας. Οι μαθητές του Β3 και Β4 του 6ου Γυμνασίου Καβάλας
Επιστροφή στην είσοδο του μουσείου